Περίπου 9 εκατομμύρια – ή ένας στους έξι – πρόωροι θάνατοι παγκοσμίως προκαλούνται από ρύπανση κάθε χρόνο, σύμφωνα με μια έκθεση-ορόσημο του περιοδικού The Lancet.
Η μείζονος σημασίας έκθεση είναι η πρώτη στην οποία εξετάστηκαν οι επιπτώσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, της ρύπανσης του νερού, του εδάφους και του χώρου εργασίας στην υγεία, την οικονομία και την κοινωνία στο σύνολό της.
Διαπιστώθηκε ότι η πλειονότητα των θανάτων που σχετίζονται με τη ρύπανση προκλήθηκαν από παθήσεις που ονομάζονται μη μεταδοτικές νόσοι – στις οποίες περιλαμβάνονται η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ), ο καρκίνος του πνεύμονα, οι καρδιακές παθήσεις και το εγκεφαλικό επεισόδιο.
Διαπιστώθηκε ότι εντός της ΕΕ η ρύπανση προκαλεί πάνω από 400.000 πρόωρους θανάτους ανά έτος – με την εξωτερική ατμοσφαιρική ρύπανση αξιολογούμενη ως την πιο επιζήμια πηγή.
Η εσωτερική ατμοσφαιρική ρύπανση – που προκαλείται από την καύση των καυσίμων για μαγείρεμα και θέρμανση, για παράδειγμα – παρουσιάζεται ως ένα σημαντικό ζήτημα υγείας για τους ανθρώπους σε χώρες χαμηλού και μέσου εισοδήματος.
Η χρήση των ορυκτών καυσίμων επισημαίνεται ως βασική πηγή μεγάλου μέρους της ρύπανσης που πλήττει τόσο τις χώρες χαμηλού όσο και αυτές χαμηλού εισοδήματος.
Η έκθεση παρέχει μια σειρά από συστάσεις και τις πιθανές λύσεις για την αντιμετώπιση της κρίσης στη δημόσια υγείας λόγω της ρύπανσης – όπως καλύτερη παρακολούθηση, εξέταση της ρύπανσης ως παράγοντα στις διαδικασίες πολεοδομικού σχεδιασμού, την αύξηση της χρηματοδότησης, καθώς και την προσθήκη της ρύπανσης ως βασικό μέρος των προγραμμάτων για την πρόληψη των μη μεταδοτικών νόσων.